Οι δεκαπέντε ημέρες που παρέμειναν στη «Μαγική Σπηλιά» (ο χαρακτηρισμός της σπηλιάς Tham Luang) τα δώδεκα παιδιά-μέλη της ποδοσφαιρικής ομάδας των Αγριόχοιρων (Wild Boars) δεν έκρυβαν μαγεία. Αντιθέτως, έπρεπε να επιστρατευτούν έννοιες όπως κουράγιο, δύναμη, ψυχραιμία, θέληση για να κρατηθούν στη ζωή, την ώρα που τα αντίστοιχα εφόδια έπρεπε να επιστρατεύσουν και οι διασώστες τους.

Δεν συμβαίνει συχνά όλος ο πλανήτης συντονισμένα να παρακολουθεί ένα γεγονός. Ναι, οι αγώνες του Μουντιάλ είναι ένα απολαυστικό ραντεβού, αλλά όχι για όλους. Μόνο που τις ημέρες των επικών ποδοσφαιρικών αναμετρήσεων ένα θλιβερό περιστατικό πήρε τα βλέμματα από τη Ρωσία και τα συγκέντρωσε σε μια σπηλιά, σε ένα τροπικό δάσος της Ταϊλάνδης.

Ήταν 23 Ιουνίου, μετά την προπόνηση της ομάδας, όταν οι δώδεκα έφηβοι ποδοσφαιριστές και ο βοηθός προπονητή αποφάσισαν να πάνε στο δαιδαλώδες δίκτυο σπηλαίων της περιοχής. Μαζί τους είχαν γλυκά και σνακ για να γιορτάσουν τα γενέθλια του συμπαίκτη τους. Άφησαν τα ποδήλατά τους έξω από την είσοδο του σπηλαίου. Η ξαφνική και άγρια νεροποντή προκάλεσε κατολίσθηση, με αποτέλεσμα να κλείσει τη δίοδο προς την έξοδο, ενώ ταυτόχρονα ανέβασε επικίνδυνα τη στάθμη του νερού, οδηγώντας τον προπονητή και τα παιδιά σε βάθος 4 χιλιομέτρων μέσα στο σπήλαιο, για να προφυλαχτούν. Εκεί που θα έμεναν εγκλωβισμένοι για τις επόμενες εννέα ημέρες.

Οι γονείς δήλωσαν την εξαφάνιση των παιδιών τους και έπειτα από αγωνιώδεις έρευνες που διήρκεσαν εννέα ημέρες τα παιδιά εντοπίστηκαν. Δύο Άγγλοι δύτες, ο RickStanton και ο βοηθός του John Volanthen, ήταν εκείνοι που αντίκρισαν τα παγιδευμένα παιδιά και τον προπονητή τους. Ο φακός που φώτισε τα πρόσωπά τους ήταν η πρώτη αχτίδα που έβλεπαν έπειτα από δέκα ημέρες σκότους. «Πόσοι είστε;» ακούγονται στο βίντεο να ρωτούν στα αγγλικά για να πάρουν τη χαρμόσυνη απάντηση: «13». Αφού τους εξηγούν πως η διάσωσή τους θα πραγματοποιηθεί τις επόμενες ημέρες, ο προπονητής ρωτάει: «Τι μέρα είναι;». «Δευτέρα» του απαντούν. «Είστε παγιδευμένοι δέκα ημέρες. Είστε πολύ δυνατοί» του λένε οι Άγγλοι δύτες.

Rick Stanton – John Volanthen: Οι Εραστές των Σπηλαίων

Μετά τους πανηγυρισμούς για τον εντοπισμό των δεκατριών, ακολούθησε ο σκεπτικισμός: «Και τώρα πώς τους βγάζουμε;». Τα περιθώρια στένευαν, τα σχέδια επί χάρτου έμοιαζαν χαμένα στις δαιδαλώδεις διαδρομές μέσα στο σύμπλεγμα των σπηλιών και τα 12 χιλιόμετρα που απείχαν οι εγκλωβισμένοι φάνταζαν Σινικό Τείχος. Η απάντηση είχε ονοματεπώνυμα: Rick Stanton και JohnVolanthen. Οι δύο άντρες έπαιξαν κομβικό ρόλο στη διάσωση.

Κανείς από τους δύο δεν είναι επαγγελματίας δύτης, αλλά τα τελευταία τριάντα πέντε χρόνια ο βυθός και η διάσωση στα σπήλαια αποτελεί τη διαφυγή τους από την καθημερινότητα. Ο Rick είναι πυροσβέστης με καταγωγή από το ταπεινό Κόβεντρι και έχει τιμηθεί για το χόμπι του – έτσι χαρακτηρίζει τις αποστολές διάσωσης.

Ο Volanthen, γεννημένος στο Μπρίστολ, είναι μηχανικός υπολογιστών που στον ελεύθερο χρόνο του τρέχει σε μαραθωνίους. Ξεκίνησε ως εξερευνητής ξηρών σπηλαίων, ενώ στη συνέχεια ανέπτυξε μια νέα, πρωτοποριακή ιδέα που βοηθά τους δύτες σπηλαίων να παραμένουν στο βυθό για περισσότερη ώρα και σε μεγαλύτερο βάθος. Ήταν αυτός που απάντησε στη στρατιά των ρεπόρτερ που εκτόξευαν αμέτρητες ερωτήσεις στην είσοδο του σπηλαίου «Έχουμε δουλειά να κάνουμε».

Οι δυο τους είχαν επιστρατευτεί για να διασώσουν το συνάδελφό τους, Eric Establie, που είχε παγιδευτεί από μια χιονοστιβάδα, στο φαράγγι Αρντές, στη Μασσαλία. Λέγεται πως ήταν η γαλλική κυβέρνηση που τους ζήτησε ονομαστικά, γράφει η Guardian. Έπειτα από οκτώ ημέρες προσπαθειών το δίδυμο κατάφερε να διασώσει το συνάδελφό τους και τους απονεμήθηκε βραβείο για την προσπάθειά τους από τη Royal Humane Society.

Οι πιεστικοί χρόνοι, το απαιτητικό σχέδιο και ο νεκρός

Η πρώτη σκέψη, πως μπορούν να παραμείνουν οι δεκατρείς άνθρωποι εγκλωβισμένοι εκεί μέχρι να τελειώσει η περίοδος των μουσώνων, τέσσερις μήνες δηλαδή, εγκαταλείφθηκε γρήγορα. Η επιχείρηση απεγκλωβισμού έπρεπε να ξεκινήσει άμεσα, αφού ο κίνδυνος να ανέβει κι άλλο η στάθμη του νερού ήταν ορατός, ενώ και οι αντοχές, σωματικές και πνευματικές, δεν θα ήταν ανεξάντλητες. Αποφασίστηκε η τμηματική διάσωση, τέσσερα παιδιά ανά ημέρα, με τον προπονητή να βγαίνει τελευταίος. Ο μεγαλύτερος φόβος ήταν η αντίδραση των παιδιών. Δεν είχαν κολυμπήσει ποτέ με φιάλες οξυγόνου, σε πρωτόγνωρες συνθήκες: Σκοτάδι παντού και περάσματα όπου μετά βίας χωρούσε το ανθρώπινο σώμα.

O Andy Eavis, πρώην επικεφαλής Ερευνών Σπηλαιολογίας της Βρετανίας, δήλωσε στο BBC πως ο μόνος κίνδυνος για να πάει κάτι στραβά είναι ο πανικός. «Αν τα παιδιά συνηθίσουν να κολυμπούν μέσα στο νερό με τον εξοπλισμό που θα έχουν, όλα θα πάνε καλά».

Το σχέδιο απαιτούσε να φοράνε full face μάσκες οξυγόνου, ενώ το κάθε παιδί θα συνοδευόταν από δύο δύτες και θα ακολουθούσαν ένα καλώδιο. Στα πολύ στενά περάσματα θα έπρεπε να βγάλουν τη φιάλη και να περνούν με τη βοήθεια των δυτών. Για την επιχείρηση είχαν επιστρατευτεί 90 δύτες ενώ είχαν στηθεί φωτισμένα σημεία ελέγχου με μποτίλιες οξυγόνου, όπου υπήρχαν διασώστες για οποιοδήποτε ενδεχόμενο.

Παράλληλα, είχε στηθεί ένας μηχανισμός για την απάντληση υδάτων και την πτώση της στάθμης του νερού, που θα μίκραινε τη διαδρομή κατά την οποία τα παιδιά θα έπρεπε να είναι μέσα στο νερό. Αυτή η ιδέα αποδείχτηκε εκ του αποτελέσματος λαμπρή, αφού όντως ο χρόνος διάσωσης μειώθηκε σημαντικά, άσχετα εάν καταστράφηκαν οι φυτείες της γύρω περιοχής. «Ας σωθούν τα παιδιά και δεν πειράζει» δήλωναν οι αγρότες της περιοχής.

Ο Narongsuk Keasub, δύτης στην επιχείρηση απεγκλωβισμού, δήλωνε αργότερα στο CNN πως «το μόνο που βλέπαμε ήταν τα χέρια μας. Δεν υπήρχε ορατότητα. Υπήρχαν όμως τεράστιες, κοφτερές πέτρες που ήταν επικίνδυνες. Επίσης, οι δίοδοι ήταν πολύ μικρές. Κάθε βήμα είχε ρίσκο. Ως πατέρας είμαι ευαίσθητος. Όλοι όσοι μετέχουμε στην επιχείρηση νιώθουμε έτσι: σαν να έχουν εγκλωβιστεί τα παιδιά μας. Έτσι και συνεχίζουμε».

Η αγωνιώδης επιχείρηση απεγκλωβισμού του πρώτου γκρουπ παιδιών ήταν επιτυχημένη, αλλά τα χαμόγελα μετριάστηκαν. Η απώλεια του απόστρατου υπαξιωματικού του Ταϊλανδικού Ναυτικού Saman Gunanέδειξε πως η αισιοδοξία ήταν μια ουτοπική πολυτέλεια. Ο 38χρονος δύτης προσφέρθηκε να βοηθήσει ως εθελοντής στον απεγκλωβισμό και έχασε τη ζωή του αφού πρώτα ολοκλήρωσε επιτυχημένα την αποστολή του, που ήταν να τοποθετήσει φιάλες οξυγόνου κατά μήκος μιας πιθανής οδού διαφυγής και να εφοδιαστούν τα παγιδευμένα παιδιά με φιάλες οξυγόνου. «Αφού παρέδωσε το οξυγόνο, στο δρόμο της επιστροφής δεν είχε πλέον αρκετό οξυγόνο για τον ίδιο» δήλωσε ο αντικυβερνήτης της επαρχίας. «Έχασε τις αισθήσεις του στο δρόμο της επιστροφής κι ένας συνάδελφός του δύτης προσπάθησε να τον βοηθήσει και τον έφερε πίσω» πρόσθεσε ανώτερος αξιωματικός των SHEAL του Πολεμικού Ναυτικού της Ταϊλάνδης. «Ήθελε να βοηθάει πάντοτε τους συνανθρώπους του. Πλέον χρησιμοποιώ την υπερηφάνεια που αισθάνομαι κάθε φορά που ακούω να αναφέρονται σε εκείνον ως ήρωα για να παλέψω τη θλίψη μου από το χαμό του» δήλωσε η σύζυγός του.

Το αγωνιώδες φινάλε και η δικαίωση!

Ένα από τα πρόσωπα που επιστρατεύτηκαν για να συνδράμουν στην επιχείρηση ήταν ο Αυστραλός γιατρός και δύτης Richard Harris. Γεννημένος στην Αδελαΐδα και με τριαντάχρονη εμπειρία, δεν δίστασε στιγμή να παρατήσει τις διακοπές του και να πάρει την πρώτη πτήση για Ταϊλάνδη. Λέγεται πως η πρόταση να επιστρατευτεί ο δύτης και αναισθησιολόγος έπεσε στο τραπέζι από τους δύο Βρετανούς διασώστες. Είχε μετάσχει ήδη σε επιχειρήσεις ακραίων συνθηκών, ενώ η γνώση της υπερβαρικής ιατρικής θα ήταν πολύ χρήσιμη για τα παιδιά μέσα στη σπηλιά. Και δικαιώθηκαν. ΟHarris ήταν εκείνος που καθημερινά έμπαινε στις σπηλιές διανύοντας 8 χιλιόμετρα καθημερινά για να εξετάσει την υγεία των παιδιών, ενώ τους χορηγούσε ελαφριά δόση ηρεμιστικών, για να μην πανικοβληθούν κατά τη διαδρομή προς την επιφάνεια. Μόνο με τη δική του άδεια ξεκινούσε ο απεγκλωβισμός καθημερινά και μόνο όταν το τελευταίο παιδί έφτανε σώο στην επιφάνεια έφευγε από τη σπηλιά. Η χαρά για την επιτυχή έκβαση της υπόθεσης, όμως, μετριάστηκε από τη θλιβερή είδηση του θανάτου του πατέρα του, ώρες μετά τη διάσωση.

Η συνεισφορά του Harris φυσικά και δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητη. Η δουλειά που είχε κάνει με τα παιδιά απέδωσε καρπούς. Ο Ivan Karadzic, ένας από τους πλέον έμπειρους δύτες και μέλος της διεθνούς ομάδας διάσωσης, δήλωσε στο BBC ενθουσιασμένος για τα παιδιά και τον τρόπο που διαχειρίστηκαν την όλη κατάσταση. «Αναγκάστηκαν να κάνουν κάτι που κανένας δεν είχε κάνει ξανά. Δεν είναι φυσιολογικό για ένα 11χρονο παιδί να κάνει κατάδυση σε σπηλιά» είπε ο Δανός, προσθέτοντας πως «καταδύονται σε περιβάλλον που θεωρείται εξαιρετικά επικίνδυνο, με μηδενική ορατότητα και το μόνο φως που υπάρχει είναι από τους φακούς που έχουμε εμείς μαζί μας. Προφανώς και φοβόμαστε μην πανικοβληθούν. Και ναι, προκύπτουν διάφορες δυσλειτουργίες στον εξοπλισμό. Ειλικρινά, δεν μπορώ να κατανοήσω πόσο ψύχραιμα και δυνατά είναι αυτά τα παιδιά».

Στην πανηγυρική ενημέρωση του Τύπου, το βράδυ της Τρίτης, αφού είχαν διασωθεί όλα τα παιδιά, ο κυβερνήτης της περιοχής δήλωνε πως εκείνη τη στιγμή έβγαιναν και οι τελευταίοι τέσσερις δύτες με τον Αυστραλό γιατρό. Οι συγκεκριμένοι ζούσαν μαζί με τα παιδιά μέσα στη σπηλιά τις τρεις τελευταίες ημέρες, για να τα κρατούν ήρεμα και να τους δίνουν συμβουλές για όσα πρόκειται να συναντήσουν. Ανάμεσα στους τέσσερις ήταν κι ένας γιατρός. «Αποστολή εξετελέσθη» είπε ο κυβερνήτης. Ήσυχοι πλέον, αναμένουμε να δούμε την περιπέτεια και στη μεγάλη οθόνη.

Όλα τα νέα, πλούσιο ρεπορτάζ, καθημερινές στιγμές διασήμων και ξεχωριστές στιγμές καθημερινών ανθρώπων στο People, που κυκλοφορείμαζί με το Έθνος της Κυριακής.