Ο Νίκος Μουτσινάς αποκαλυπτικός όσο ποτέ για τον ίδιο και τη ζωή του

Έχω ζήσει μεγάλη καταπίεση αποκαλύπτει ο γνωστός παρουσιαστής και ηθοποιός.


«Θυμάμαι την ημέρα που ήμουν στο τραίνο στη Θεσσαλονίκη για να κατέβω Αθήνα. Ήμουν με τις βαλίτσες στην αποβάθρα και όλοι κλαίγανε: η μαμά μου, η γιαγιά μου, ο παππούς μου. Με αποχαιρετήσανε λες και πάω στο Άουσβιτς. Είχα μέσα μου ένα βάρος και έλεγα τι έκανα στους ανθρώπους; Εγώ να δώσω εξετάσεις στη δραματική σχολή θέλω μόνο».

Ο Νίκος Μουτσινάς ήταν 18 χρονών και πρώτη φορά που έφευγε από το σπίτι του. Και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα…

Καθόμαστε στα καθίσματα του θεάτρου Γκλόρια λίγο πριν αρχίσει η παράσταση «Ο Kύριος Παπαπαναγιωτοπουλάκης» όπου  πρωταγωνιστεί με τη Μαρία Σολωμού – είναι η τρίτη φορά που συναντιούνται μαζί θεατρικά και αναμφίβολα έχουν ταιριάξει. Έχει κέφια. Και όταν ο Νίκος έχει κέφια είναι απολαυστικός.  Είναι σαν να παίζει διαφορετικούς ρόλους σε stand up comedy, σαν να βλέπεις ένα μιούζικαλ μόνο για σένα. «Καλά δεν σου έχω πει ότι οι γονείς μου χώρισαν σχεδόν αμέσως μόλις παντρεύτηκαν; Ούτε που δίνεις σημασία στις συνεντεύξεις μου έτσι; Μεγάλωσα με τον παππού, τη γιαγιά και τη μαμά μου όλοι μαζί σε ένα σπίτι. Ο παππούς μου ήταν και μπαμπάς και η γιαγιά μου ήταν και μαμά μου. Με τη μητέρα μου υπήρχε η αίσθηση ότι ήμασταν αδέλφια. Τον μπαμπά μου τον έβλεπα, δεν μου ήταν άγνωστος, αλλά έμενε στην Αθήνα. Για αυτό και όταν πέθαναν οι παππούδες μου ήταν σαν να έχανα τους γονείς μου. Εκεί κατάλαβα τι διπλό ρόλο παίζανε. Προφανώς λοιπόν υπήρχε πολύ καταπίεση. Ήμουν σαν το αβγό Φαμπερζέ, μη και βγω από το σπίτι και σπάσω. Για τα βασικά μπορούσα να λείψω, για το σχολείο για παράδειγμα, που αν μπορούσαν θα μου το έκοβαν και αυτό. Πρώτη φορά πήγα για καφέ εκείνο το καλοκαίρι που τελείωνα την τρίτη γυμνασίου και θα πήγαινα πρώτη λυκείου. Για μένα αυτό τότε ήταν μια μικρή νίκη». Το ότι έφυγε από το σπίτι για να πάει στην Αθήνα, βέβαια, ήταν αδιαπραγμάτευτο. «Ήταν τόσο μεγάλο το θέλω μου να γίνω ηθοποιός και τόσο προγραμματισμένο μέσα μου που χωρίς να το καταλαβαίνω δεν τους άφηνα επιλογή. Τελικά κανείς δεν μπορεί να μη σε αφήσει να φύγεις. Είναι οι φόβοι μας που μας κρατάνε πίσω. Ήθελα να έρθω μόνος μου στην Αθήνα γιατί αποζητούσα το οξυγόνο. Όταν ήρθα συγκατοικούσα με κάτι φίλους μου σε ένα πολύ μικρό διαμέρισμα, ήταν ένα με το πεζοδρόμιο με μια μικρή κουζινίτσα και κοιμόμουν σε κάτι καναπέδες. Αλλά εμένα μου φαινόταν Μπάκινχαμ», λέει. «Όταν ο παππούς μου έφυγε από τη ζωή, η γιαγιά μου πήγε στην εντατική και έφυγε ξαφνικά. Έπεισα τη μαμά μου να δει έναν ψυχολόγο ώστε να μπορέσει να διαχειριστεί το πένθος. Ήξερα ότι θα ζοριζόταν… Αργότερα πήγα και εγώ για τον ίδιο λόγο. Τουλάχιστον αυτό ήταν η αφορμή. Γιατί οι αιτίες ήταν πολλές. Τώρα διαχειρίζομαι τα πράγματα σε πολύ ικανοποιητικό βαθμό και σκέφτομαι πριν πω κάτι. Είναι χαρακτηριστικό του χαρακτήρα μου – το «ατακαδόρος» δεν είναι καλό πάντα. Μερικές φορές ο «ατακαδόρος» πρέπει να σκέφτεται πριν μιλήσει. Νομίζω ότι έχω αντιληφθεί μερικά πράγματα για μένα και κάποια τα έχω μαλακώσει…

Διαβάστε όλη τη συνέντευξη στο People, που κυκλοφορεί αυτή την Κυριακή, μαζί με το Πρώτο Θέμα.



ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ!