
Γιώργης Χριστοδούλου: Ο τζαζίστας που έγινε talk of the town όταν διασκεύασε Βίσση
Θυμάμαι πάντα τη bossa nova διασκευή του Γιώργη Χριστοδούλου στο «Όλα τα λεφτά» της Άννας Βίσση είναι ένα από feelgood ακούσματα που έχει βγάλει ποτέ η εγχώρια δισκογραφία και κατάφερε να συστήσει στο ευρύ κοινό ένα τροβαδούρο που συνεχίζει επάξια τη μουσική αίγλη των νεοκυματικών μουσικών του ‘60. Ο Γιώργης Χριστοδούλου παραμένει εδώ και χρόνια ένας ρομαντικός crooner της ελληνικής μουσικής που δεν προσαρμόζεται σε trends και διατηρεί μια χαρακτηριστική ταυτότητα που το κοινό αγαπά, σπάζοντας κάθε καλλιτεχνικό στερεότυπο. Ζει και τραγουδά μεταξύ Αθήνας και Βαρκελώνης και το τελευταίο του project με τις μουσικές του Αττίκ είναι ό,τι πιο ενδιαφέρον μπορείτε να ακούσετε στην πόλη αυτό τον καιρό.
Σε τι διαφέρει ο Γιώργης Χριστοδούλου σήμερα από αυτόν της εποχής που διασκεύαζε το «Όλα τα λεφτά» της Άννα Βίσση;
Παραπάνω χρόνια πείρας που σίγουρα σε αλλάζουν. Καλλιτεχνικά πάντως δεν έχω αλλάξει «μυαλά» και πολύ. Απλώς, τώρα, ξέρω πώς να φτιάχνω μια παραγωγή από το μηδέν, να επιμελούμαι κάθε στάδιο, να επιλέγω συνεργάτες, να έχω περισσότερη υπομονή και να έχω και το θάρρος να απορρίψω μια δουλειά όταν βλέπω ότι δεν έχουμε το αποτέλεσμα που θέλουμε και να ξαναπιάνω το νήμα από την αρχή.
Τι σου έμαθε η ζωή σου ως καλλιτέχνης στη Βαρκελώνη;
Να συνεργάζομαι με ανθρώπους που σκέφτονται διαφορετικά, να επικοινωνώ με τον κόσμο τραγουδώντας σε άλλη γλώσσα, να παίρνω το θάρρος να εμφανίζομαι στην τηλεόραση ή στο ραδιόφωνο ξεπερνώντας το άγχος και το τρακ μήπως κάνω κάποιο λάθος – μια και μου απευθύνονταν σε δύο γλώσσες που δεν είναι οι μητρικές μου (καταλανικά και ισπανικά). Όλα αυτά μαζί κι ακόμα ότι η μουσική είναι πάνω από γλώσσες και πατρίδες.
Είσαι και ηθοποιός. Πώς δεν επεδίωξες ποτέ μια καριέρα στην υποκριτική;
Έπαιξα κάποια χρόνια στο θέατρο, πάντα σε μιούζικαλ ή σε ρόλους που απαιτούσαν να τραγουδάω. Αργότερα έγραψα μουσική για το θέατρο και την τηλεόραση. Όταν μπήκα στη δισκογραφία κι άρχισαν να παίζονται τα τραγούδια μου στο ραδιόφωνο, έπαψαν να εμφανίζονται ενδιαφέρουσες προτάσεις. Πάντα όμως υπάρχει το θεατρικό στοιχείο έντονο στις συναυλίες μου, μου αρέσει να αφηγούμαι τις ιστορίες των τραγουδιών και έτσι ο ακροατής έχει πολλές φορές την αίσθηση ότι βλέπει κάτι σαν story-telling με τραγούδια.
Από τους μουσικούς που έχεις συνεργαστεί ποιος είναι αυτός που σου έδωσε την πλέον πολύτιμη συμβουλή που σε έχει «στοιχειώσει» μέχρι σήμερα;
Η Αρλέτα. Η συμβουλή της δεν ήταν συγκεκριμένη, όμως μου έμαθε να τραγουδάω απλά, να μην μιμούμαι κανένα, να βρω εκείνο το μοναδικό προσωπικό στοιχείο μέσα στην έκφρασή μου, που δεν θα το έχει κανείς άλλος.
Τι νιώθεις ότι πηγαίνει λάθος με τη μουσική βιομηχανία στην Ελλάδα;
Καμιά “βιομηχανία” δεν ενδιαφέρεται για την μοναδικότητα ενός καλλιτέχνη. Μόλις δει ότι κάτι πάει να ξεμυτίσει θέλει να το αντιγράψει όπως-όπως και να το καπηλευτεί. Αν ένας άντρας τραγουδιστής πχ. με ιδιαίτερο ύφος δείξει ότι έχει μια δυναμική στο κοινό, η «απέναντι βιομηχανία» θέλει τον αντίστοιχο δικό της, ή την αντίστοιχη «θηλυκή τάδε». Η κονσέρβα όμως, όπου και να τη φας, είτε στο τενεκεδάκι είτε στο κρυστάλλινο μπολ, θα παραμείνει κονσέρβα. Αυτά, βέβαια, ξεκαθαρίζουν στη συνείδηση του κόσμου πιο αργά, με τον χρόνο.
Η παράσταση που παρουσιάζεις είναι αφιερωμένη στη μουσική του παρισινού Αττίκ…
Μ’ αρέσει να ψάχνω μέσα στο εφήμερο, τί είναι αυτό που θα μπορούσε να γίνει κλασικό και, ως εκ τούτου, πάντα νέο. Τα χαμένα τραγούδια ας πούμε του Αττίκ με τα οποία καταπιάστηκα, τα λέω σε πρώτη εκτέλεση, όμως πιστεύω ότι άξιζε ο κόπος κάποιος να ασχοληθεί με αυτά -ακόμα και έπειτα από 100 χρόνια- κι ότι θα είναι σημείο αναφοράς, στο μέλλον. Μουσικά, το αξίζουν. Μπορεί εμένα να μου αρέσει ο ήχος των ακουστικών οργάνων, όμως υπάρχουν άλλοι μουσικοί που αναζητούν το ίδιο μέσω του ηλεκτρονικού ήχου. Το όχημα είναι διαφορετικό αλλά ο σκοπός, ο ίδιος, η διαχρονική ομορφιά. Η παρτιτούρα του Αττίκ στο παλαιοπωλείο, στο Παρίσι, που μου αποκαλύφθηκε κι ήταν σαν να μου φώναξε, «εδώ είμαι, είμαι η νέα σου εμμονή».
Θέλω να μου περιγράψεις την πιο όμορφη ιστορία που θυμάσαι από τα live σου.
Είμαστε σε περιοδεία στη Μαγιόρκα και παίζουμε σε ένα λιμάνι, καλοκαίρι, για ένα φεστιβάλ. Στην Ισπανία σπανίως τραγουδάω ελληνικά τραγούδια στις συναυλίες. Δεν ξέρω όμως πώς, ύστερα από μια ώρα στη σκηνή, γύρισα και ζήτησα από τη μπάντα να παίξουμε ένα κομμάτι του Χατζιδάκι. Ξαφνικά λοιπόν κι ενώ το κοινό ήταν απόλυτα ήσυχο, μέσα από τη θάλασσα, ακούγονται φωνές! «Πατρίδααα, ερχόμαστεεεε!». Ήταν ένα ζευγάρι ελλήνων πάνω σ’ ένα καραβάκι που ερχόντουσαν προς το μέρος μας. Αυτοί έκαναν τον γύρο της Μεσογείου με ιστιοφόρο, άκουσαν ξαφνικά το ελληνικό τραγούδι και έτρεξαν να βγουν στο λιμάνι. Πιάσαμε την κουβέντα στο τέλος της συναυλίας και μετά από τρεις μέρες, σε άλλη συναυλία στην Ελλάδα, στο κηποθέατρο του Παπάγου, έστειλαν τους γονείς τους να με ακούσουν!
Τι είναι αυτό που σου δίνει μια αίσθηση ευτυχίας και πληρότητας στη ζωή;
Η πίστη στην ομορφιά. Κάθε μέρα, αλλά ακόμα κι όταν βρω τα σκούρα-τότε ακόμη περισσότερο-, την αναζητώ παντού, από τους ανθρώπους και τη μουσική, τα βιβλία, μια βόλτα στη γειτονιά. Της ζητάω να με «κυκλώσει», και της αφιερώνω πάντα κάποιο χρόνο ακόμα κι αν πρόκειται να κατέβω από το σπίτι, να καθίσω στο πιο κοντινό παγκάκι και να κοιτάξω το απέναντι μεγάλο δέντρο και να το θαυμάσω έστω για λίγο. Ακούγεται ίσως για κάποιους χαζό, αλλά για μένα η ομορφιά βρίσκεται παντού, αρκεί να έχεις τα μάτια να τη δεις.
Διαβάζω με προσοχή όλα αυτά που γράφεις κατά καιρούς στα social media για τα δικαιώματα των gay. Θεωρείς σημαντικό οι καλλιτέχνες να μιλούν ανοιχτά για θέματα που η κοινωνία θεωρεί ακόμα ταμπού;
Δεν ξέρω τί κάνουν οι «καλλιτέχνες», ξέρω όμως τί κάνω εγώ. Ως gay και ως άνθρωπος που ζει σ’ αυτή την κοινωνία που την κάνουμε από μόνοι μας περίπλοκη και δύσκολη, πιστεύω ότι είναι τελικά εύκολο να κάνουμε «χώρο» για όλους τους ανθρώπους. Τότε θα δούμε πόσο απλά είναι κάποια πράγματα, αν αποτινάξουμε από πάνω μας όλα τα περιττά βάρη και στερεότυπα με τα οποία η κοινωνία μας φορτώνει από μικρούς.
Οι επόμενες παραστάσεις του Γιώργη Χριστοδούλου, «Ο Αττίκ στο Παρίσι», είναι στις 20 & 21 Ιανουαρίου στον Ιανό – μαζί του εμφανίζεται η Ανδριάνα Μπάμπαλη, η Πολυξένη Καράκογλου, η Αναστασία Σπύρου και η mezzo-soprano Μαρία Βλαχοπούλου. Επίσης, εκείνες τις ημέρες, μια έκθεση με χειρόγραφα, φωτογραφίες, παρτιτούρες, αντικείμενα για τον Αττίκ στο Παρίσι, για πρώτη φορά στο φως!