Δυναμική και με ισχυρή άποψη, η Λόλα Νταϊφά δίνει την αίσθηση πως ο στίχος «Ο άντρας της ζωής μου είμαι εγώ» από το ομότιτλο τραγούδι στο μιούζικαλ Βίκτορ – Βικτόρια, που έγραψε ο Γιώργος Παυριανός για τη φίλη της, Αλίκη Βουγιουκλάκη, ταιριάζει γάντι και στην ίδια. «Ίσως ήταν η ανάγκη να γίνω το αντίβαρο στη μητέρα μου, που ήταν πάρα πολύ γλυκιά, πολύ κομψή, καλλιτέχνιδα. Θυμάμαι πως, ακόμα κι όταν φορούσα τα πιο καλά μου, μου έλεγε “ντύσου λίγο πιο κομψά”. Όχι πως δεν αγαπώ το όμορφο ντύσιμο, κάθε άλλο. Αυτό που έλεγα από μικρή ήταν “Είναι πολύ εύκολο να με ταΐζει κάποιος, είμαι λίγο πιο ακριβή έως πολύ ακριβή στο να με ντύνει και πανάκριβη στο να με γδύνει”. Αυτό έλεγα και το πίστευα κιόλας».

Μια ξεχωριστή συλλέκτρια

Το μεράκι της αναζήτησης αντικειμένων που αντανακλούν την ιστορία της Ελλάδας γεννήθηκε στα πανεπιστημιακά της χρόνια. «Ήταν η εποχή που γκρέμιζαν την Ελλάδα για να χτίσουν πολυκατοικίες. Η εποχή που τα ακροκέραμα τα θεωρούσαν βαριά, άχρηστα κεραμίδια. Αισθανόμουν όμως πως έπρεπε κάτι να περισωθεί από αυτή την περίοδο της Ελλάδας. Έτσι άρχισα να μαζεύω τα ακροκέραμα. Μετά τα συριανά πιάτα, μετά λιβανιστήρια. Με όλες τις συλλογές μου παθιαζόμουν».

Στο λεύκωμα Η Ελλάδα Mέσα Aπό 231 Iστορικά Πιάτα όχι μόνο παρουσιάζει τη σπάνια συλλογή της, αλλά περιγράφει και ιστορίες για το πώς πέρασαν τα πιάτα αυτά στα χέρια της. «Το πρώτο το είχα δει στο σπίτι της μετέπειτα πεθεράς μου, πριν καν γίνουμε ζευγάρι με τον Ίωνα. Ήταν μια καταπληκτική γυναίκα, σουφραζέτα της εποχής, και είχαν πάρα πολλά ωραία πράγματα στο σπίτι τους, όλα όμως της δυτικής Ευρώπης. Σερβίτσια από το Παρίσι, υπέροχες πορσελάνες. Υπήρχε, όμως, και μια πιατοθήκη στην κουζίνα, όπου εντόπισα ένα πιάτο με τον Γεώργιο και την Όλγα, τους πρώτους βασιλείς της Ελλάδος. Τότε ήμουν φοιτήτρια, και μάλιστα πολύ οργισμένη, και είπα μέσα “κοίτα τι μυαλά κουβαλά ο κόσμος… Αντί να κοιτάζουν να μορφωθούν και να ανοίξουν τους ορίζοντές τους, στην Ελλάδα, που είναι η κοιτίδα της δημοκρατίας, φτιάχνουν πιάτα με τους βασιλιάδες!”. Ρωτάω λοιπόν “τι είναι αυτό;” και μου απαντά πως τους το έφερε δώρο μαζί με χόρτα μια παρακόρη που είχαν όταν παντρεύτηκε. Καιρό μετά, που είχα πια παντρευτεί τον Ίωνα, τη ρώτησα αν έχει ακόμα εκείνο το πιάτο και η πεθερά μου μου το χάρισε. Τότε άρχισα να ψάχνω και να διαβάζω κι έμαθα πως υπήρχαν πολλά τέτοια πιάτα, με διαφορετικές παραστάσεις, που κυκλοφορούσαν ως σειρές καθημερινών σερβίτσιων. Γι’ αυτό ήταν και σπάνια, γιατί ήταν χρηστικά πιάτα που έσπαγαν. Άρχισα να τα αναζητώ στα παλιατζίδικα σε όλη την επικράτεια. Όταν έμαθα πως πολλά από αυτά φτιάχνονταν στο εξωτερικό, έκανα και πολλά ταξίδια, στο Μπορντό της Γαλλίας, στη Λιόν, στην Τουλούζη, στο Πόρτο Μπέλο, όπου είχα πληροφορίες πως μπορεί να τα έβρισκα». Έχει πολλά περιστατικά αναζήτησης να διηγηθεί. «Θυμάμαι ότι μια φορά μια γνωστή μου, όχι φίλη μου, μου είπε: “Ξέρεις, βρήκαμε πιάτα από αυτά που τρελαίνεσαι στην Ανάφη”. Δεν είχα πάει ποτέ στην Ανάφη. Με τον Ίωνα και την Έλγκα είχαμε κανονίσει διακοπές αλλού. Και λέω στον άντρα μου “να πάμε στην Ανάφη, όπου μου έχουν πει πως είναι καταπληκτικά” και αλλάζουμε τελευταία στιγμή τα σχέδιά μας. Πάμε, λοιπόν, και αρχίζω να γαζώνω το νησί από άκρη σε άκρη, αλλά δεν βρίσκω πουθενά παλιατζίδικα. Κανένας δεν ήξερε για τα πιάτα. Είχα γίνει ερείπιο. Παίρνω, λοιπόν, την κυριούλα τηλέφωνο και της λέω πως κανείς δεν ξέρει τίποτα για τα πιάτα στο νησί. Και τι μου λέει; “Ήμουν με σκάφος και τελικά μπορεί να μη σταματήσαμε στην Ανάφη, αλλά σε άλλο νησί”».

lola-ntaifa-people-181-1

Ο σύζυγός της, καλλιεργημένος, λάτρης της τέχνης, από τους πρωτοπόρους της ελληνικής TV, δεν ήταν ποτέ αντίθετος σε αυτή της την αγάπη. «Μόνο στην αρχή είχε παραξενευτεί με κάτι τηλεφωνήματα που δεχόμουν στο σπίτι. Ένα βράδυ κατά τις 21.00 χτύπησε το τηλέφωνο, το σήκωσε ο Ίων και άκουσε το εξής: “Έλα στο 45ο χιλιόμετρο σε δύο ώρες”. Και του το έκλεισαν. Απόρησε. Εγώ, βέβαια, ήξερα ποιος είναι. Ήταν κάποιος από την Κρήτη που μου έφερνε ένα πιάτο με τον Βενιζέλο. Του είπα, λοιπόν, “μην ανησυχείς, θα δεις τι θα έχω μαζί μου όταν θα έχω γυρίσει από το 45ο χιλιόμετρο”».

Κάπως έτσι συγκέντρωσε, ένα ένα, περισσότερα από 231 πιάτα. «Μάλιστα, μέσα από το λεύκωμα βιβλιογραφείται για πρώτη φορά και ο Χανιώτης κεραμίστας Κώστας Ντουσάκης, ο οποίος συνέχισε την παράδοση που χρονολογείται από το 1836 κι έφτιαξε κι άλλα “συριανά” πιάτα με παραστάσεις που δεν προϋπήρχαν, όπως η Μπουμπουλίνα, ο Κανάρης, ο Γκρέκο και ο Καζαντζάκης».

Έχει γράψει το βιβλίο Μουσικοί Διάλογοι, με 30 ραδιοφωνικές συνεντεύξεις (από τις εκπομπές της στην ΕΡΤ 1984-1987) της με σπουδαίους Έλληνες από το χώρο της μουσικής, έχει εκδώσει βιβλίο βασισμένο στη συλλογή της με τα ακροκέραμα, μόλις κυκλοφόρησε το ιστορικό λεύκωμα με τα πιάτα από τις εκδόσεις Μίλητος. Η συγγραφή είναι ένα πεδίο που τη γοητεύει όλο και περισσότερο; «Υπάρχουν πολύ σπουδαίοι άνθρωποι που γράφουν. Δεν είμαι ένας από αυτούς. Τα βιβλία που έχω κυκλοφορήσει έχουν πολύ συγκεκριμένο αντικείμενο, μια ιστορική αξία. Αν ήταν να είχα γίνει Τσέχοφ και Τολστόι, θα είχε ήδη φανεί! Αν, πάλι, έγραφα αυτά που έχω ζήσει, όχι σαν προσωπική ζωή, αλλά είτε τα ποδοσφαιρικά είτε τα τηλεοπτικά, θα έπρεπε μετά να βγάλω ένα one way εισιτήριο για Βολιβία, Παταγονία, κάπου μακριά και να μη γυρίσω πίσω…».

Μέρος των εσόδων του λευκώματος «Η Ελλάδα μέσα από 231 ιστορικά πιάτα» (την επιστημονική έρευνα της έκδοσης υπογράφει η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, λαογράφος Κατερίνα Κορρέ-Ζωγράφου) πηγαίνει στο Σύλλογο Παιδιών Με Καρκίνο Ελπίδα, ενώ η ιδρύτρια του συλλόγου, Μαριάννα Β. Βαρδινογιάννη, απηύθυνε χαιρετισμό στην παρουσίαση του βιβλίου που έγινε πριν από μερικές ημέρες στο αμφιθέατρο του Μουσείου της Ακρόπολης. «Είναι μια γυναίκα που θαυμάζω απεριόριστα. Το έργο της για την Ελπίδα είναι αξιοθαύμαστο και αποτελεί για όλους μας έμπνευση. Είναι πραγματικά ένα θαύμα αυτό που έχει καταφέρει».

Διαβάστε όλη τη συνέντευξη στο People, που κυκλοφορεί αυτή την Κυριακή, μαζί με το Πρώτο Θέμα.