
Οι αγρότισσες πίσω από τα μπλόκα: Από την Νίκαια ως την Κορινθία – «Η γη ήταν πάντα το σπίτι μας»
Πόσα χέρια χρειάζονται για να καλυφθούν όλες οι εργασίες που κάνει μία αγρότισσα; Πριν καν χαράξει η αυγή, είναι ήδη στο χωράφι, σπέρνει, ποτίζει, θερίζει, ταΐζει τα ζώα, μαζεύει τη σοδειά, παρασκευάζει, τυροκομεί και οργανώνει την παραγωγή. Κι όταν όλα αυτά τελειώσουν, η μέρα της δεν σταματάει. Γίνεται μητέρα, κόρη, αδελφή, γιαγιά, εκείνη που τους φροντίζει όλους γύρω της και που εξασφαλίζει ότι το σπίτι είναι ζεστό και το τραπέζι γεμάτο με φαγητό. Εργάζεται ασταμάτητα, από το πρωί μέχρι το βράδυ, με ήλιο και βροχή, όλες τις μέρες του χρόνου. Από το χωράφι στο σπίτι, από το σπίτι ξανά στην δουλειά, και πάλι από την αρχή, χωρίς παύση.
Ρεπορτάζ: Κωνσταντίνα Χαϊνά
Οι γυναίκες αγρότισσες και κτηνοτρόφοι δεν περνάνε απαρατήρητες στην αγροτικές κινητοποιήσεις. Αποτελούν πυλώνες της αγροτικής ζωής και της καθημερινής μάχης για επιβίωσης. Βρίσκονται κι αυτές στα μπλόκα, δίπλα στους συναδέλφους τους, δηλώνοντας πως δεν αντέχουν άλλο να ζουν με δανεικά, και με την παρουσία τους υπενθυμίζουν ότι πίσω από κάθε διεκδίκηση κρύβεται μία πραγματικότητα γεμάτη κόπο και αντοχή.
Το enikos.gr επικοινώνησε με τρεις γυναίκες αγρότισσες στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων, στα μπλόκα της Νίκαιας, της Χαλκιδικής και της Κορινθίας. Όλες τους, συμφώνησαν πως οι άνδρες συνάδελφοί τους, τις σέβονται, δίχως να βλέπουν διαφορές ανάμεσά τους λόγω του φύλου, όπως παρατηρείται σε άλλα επαγγέλματα. Όπως οι αγρότες, έτσι κι εκείνες, από μικρές, δίπλα στους γονείς τους, έμαθαν με σκληρό τρόπο τι σημαίνει να φροντίζουν τη γη. Αγάπησαν την αγροτιά, αγάπησαν τα ζώα και τον τρόπο ζωής τους, και με πείσμα κατάφεραν να διατηρήσουν τις δικές τους επιχειρήσεις ζωντανές, στηρίζοντας την οικογένεια από τις καλλιέργειές τους.
«Η γη ήταν πάντα το σπίτι μας»
Η 48χρονη αγρότισσα Σοφία Παπαμετζελοπούλου, μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής Αγώνα, βρίσκεται από την Τετάρτη στο μπλόκο στον κόμβο του Κιάτου, στην Κορινθία. Μεγαλωμένη σε αγροτική οικογένεια, όπως λέει, δεν θα μπορούσε να μην βρισκόταν μαζί τους συναδέλφους της, όπως ήταν στο πλευρό της οικογένειάς της από μικρή, καλλιεργώντας σταφύλια και ελιές.
«Η γη ήταν πάντα το σπίτι μας. Όταν έμεινα μόνη μου με δύο παιδιά, το ένα στην κοιλιά και το άλλο στην αγκαλιά μου ενώ ήταν 5 ετών, πήρα την απόφαση να ακολουθήσω τον δρόμο των γονιών μου, να αναλάβω, αλλά ταυτόχρονα να γίνω μάνα και πατέρας για την οικογένειά μου. Στηρίχτηκα στη γη, γιατί ήταν το μόνο που γνώριζα και το μόνο που θα μπορούσε να μου δώσει και την ελευθερία να μεγαλώνω τα παιδιά μου με τον τρόπο που τους άξιζε, με μοναδικό εισόδημα από τις καλλιέργειες» αναφέρει αρχικά.
Μαζί με τον πατέρα της, σταδιακά, κατάφεραν να σταθούν στα πόδια τους και να ζουν αξιοπρεπώς. Η αγροτιά έχει δυσκολίες, αλλά είναι πανέμορφη, λέει με χαμόγελο και προσθέτει πως «οι γυναίκες είναι πιο σκληρές, δουλεύουν ατελείωτες ώρες, και η παρουσία τους είναι αισθητή και στα μπλόκα». Τα τελευταία χρόνια όμως, τα πράγματα άλλαξαν. «Χάθηκε το νερό, ο υδροφόρος ορίζοντας “στέρεψε”». Χωρίς νερό, δεν υπάρχει παραγωγή, και χωρίς παραγωγή, δεν υπάρχει εισόδημα. Κι έτσι, άρχισε ο κατήφορος. «Πήγαμε σε εργοστάσια ως εργάτες, άλλοι συνάδελφοι δούλεψαν ή δουλεύουν σε σούπερ μάρκετ, με αποτέλεσμα να μειωθεί ο αγροτικός κόσμος, γεγονός τραγικό για την Κορινθία».
Στην Κορινθία, μια περιοχή που κάποτε την αποκαλούσαν «Καλιφόρνια της Ελλάδας» γιατί, όπως λέει η κα Παπαμετζελοπούλου, ό,τι κι αν φύτευες έπιανε, σήμερα δεν επιβιώνουν ούτε τα φυτά. «Θα φτάσουμε στο σημείο να καλλιεργούμε μόνο κάκτους, ενώ ο τόπος μας ήταν τόσο εύφορος. Οι αγρότες πλέον είμαστε για φυλακή, διότι μόνο αυτό το επάγγελμα μάθαμε τόσα χρόνια, και τώρα είμαστε με σταυρωμένα τα χέρια. Έχουμε φτάσει στο σημείο να ζούμε από κουπόνια, να χρωστάμε παντού και να μην έχουμε ούτε καν τα χρήματα που μας χρωστάνε, ενώ παράλληλα εμείς δεν μπορούμε να αντέξουμε το κόστος παραγωγής, ούτε να πουλήσουμε τα προϊόντα μας, άρα τι άλλο να κάνουμε;».
«Η αγροτιά δεν είναι εύκολη υπόθεση»
Η 48χρονη Βάσω Νεστορούδη από την Χαλκιδική, όσο μιλάμε, ετοιμάζεται για να πάει στα Πράσινα Φανάρια, το κομβικό σημείο της διασταύρωσης πριν από το αεροδρόμιο «Μακεδονία», όπου έχει στηθεί το μπλόκο τους, όπως αποφασίστηκε στην συνέλευση των αγροτών και κτηνοτρόφων, από Επανομή, Τρίλοφο, Βασιλικά, Γαλάτιστα και Τρίγλια.
Όπως λέει με την σειρά της, από τότε που θυμάται τον εαυτό της μέχρι και σήμερα, δεν έχει ασχοληθεί με κανένα άλλο επάγγελμα, πέρα από αυτό της αγρότισσας. Σήμερα, μαζί με τον σύζυγό της καλλιεργούν ελιές και φιστίκια. Οι δυο τους, συμμετέχουν ενεργά σε κάθε κινητοποίηση που πραγματοποιείται, με την πιο μαζική εκείνη στο Σύνταγμα. Έτσι και φέτος, δεν θα μπορούσαν να μην βρίσκονται και εκείνοι δίπλα στους συναδέλφους τους, ώστε να διαμαρτυρηθούν για όσα καλούνται να αντιμετωπίσουν.
«Για μία γυναίκα, η αγροτιά δεν είναι εύκολη υπόθεση, και ίσως για αυτό ποτέ δεν με έχει υποτιμήσει κάποιος συνάδελφός μου. Με ήλιο, βροχή, κρύο ή ζέστη, προτού καν ξημερώσει πρέπει να ετοιμαστεί και να πάει στο χωράφι. Εργαζόμαστε επί ώρες, ξυπνάμε πολύ νωρίς, πρόκειται για μια βαριά δουλειά. Η διαφορά μας είναι πως εμείς ασχολούμαστε και με όλα τα υπόλοιπα, δηλαδή τα παιδιά και το σπίτι. Αλλά, αυτό έμαθα να κάνω, και το κάνω με υπερηφάνεια».
Η κατάληξη του αγροτικού κλάδου έχει απογοητεύσει την κα Νεστορούδη. Επιμένει όμως, πως δεν γίνεται να τα παρατήσει. «Αν αφήσουμε το σιτάρι, το φρούτο, το λαχανικό, τι θα γίνει; Πώς θα ζήσουμε όλοι μας; Θα περιμένουμε με ανοιχτά τα χέρια, στην Ελλάδα, μια χώρα που φημίζεται για τον πρωτογενή τομέα, την βοήθεια από το εξωτερικό; Οι αγροτικές οικογένειες πρέπει να στηριχθούν. Πώς θα εξελιχθεί η ζωή μας; Κάθε φορά που τα σκέφτομαι, δεν βγαίνει κάπου» λέει και ξεφυσάει.
Σύμφωνα με την ίδια, το μεγαλύτερο πρόβλημα και για εκείνη, είναι τι κόστος παραγωγής. Τα μηχανήματα που χρησιμοποιούν αλλά και οι εργάτες, κάπως πρέπει να πληρωθούν, λέει. «Άρα εγώ πρέπει να έχω ήδη στην τσέπη μου κάποια χρήματα για να ξεκινήσω. Από την αρχή εμείς δίνουμε την ψυχή μας για να πάρουμε το αποτέλεσμα έπειτα από κάποιους μήνες, κι αυτό θα έρθει εάν το επιτρέψει ο καιρός, και εάν μας πληρώσει ο έμπορος. Έχουμε τρία παιδιά, κάπως πρέπει να ζήσουμε τις οικογένειές μας».
«Μπορώ να καλύψω και τις δώδεκα θέσεις της δουλειάς μου»
«Αν αναλογιστώ τους υπαλλήλους μου, ξέρω πως μπορώ να καλύψω και τις δώδεκα θέσεις, αρκεί να είμαι συνεχώς παρούσα» αναφέρει η 30χρονη Βάσω Φασούλα που βρίσκεται καθημερινά στο μπλόκο της Νίκαιας, ένα από τα πιο δυναμικά της χώρας.
Η ίδια μεγάλωσε σε αγροτική οικογένεια, και το μοναδικό διάστημα που έλειψε από την Λάρισα, ήταν όταν σπούδασε στην Θεσσαλονίκη Γεωλογία και Μηχανογραφημένη Λογιστική. «Σήμερα είμαι τριάντα χρονών, με ένα παιδί, και συνεχίζω να εργάζομαι στον χώρο όπου ανήκω από μικρή».
Οι συνάδελφοί της, την σέβονται και αναγνωρίζεται από όλους η δουλειά της. «Και δουλεύω πάρα πολύ» τονίζει. «Ειδικά αυτή την περίοδο που γεννάνε τα πρόβατα και οι αγελάδες, και οργώνουμε τα χωράφια, μπορεί να εργάζομαι 15 ώρες την ημέρα». Στην συνέχεια, φροντίζει το παιδί της, και ξανά από την αρχή. «Είμαι στο τρέξιμο συνέχεια, δεν καταλαβαίνω πώς έρχεται η επόμενη μέρα. Οπότε βρίσκομαι πάντα μπροστά».
Η κα Φασούλα δεν θεωρεί πως κάποια αγρότισσα έχει έρθει σε δύσκολη θέση λόγω του επαγγέλματός της. «Ίσα ίσα, και οι αγροτοπατέρες και οι σύζυγοι της παραδέχονται. Οι αγρότες δεν είναι προκατειλημμένοι και μισογύνηδες. Στην δική μας δουλειά, ίσως επειδή είναι πιο χειρονακτική, δεν ισχύουν αυτά που γίνονται σε άλλες. Δεν έχω αισθανθεί ποτέ να με μειώνει κάποιος συνάδελφός μου, και όσοι μου λένε για τα νύχια και τις βλεφαρίδες, δεν με ξέρουν».
Η κα Φασούλα κατάφερε, μαζί με την οικογένειά της, με δική τους πρωτοβουλία να μην χάσουν τα ζώα που έχουν ως κτηνοτρόφοι. Τα έκλεισαν μέσα, προχώρησαν σε αλλεπάλληλους ψεκασμούς, έδωσαν μεγάλη προσοχή στην αγορά και πώληση ζωοτροφών, και περιόρισαν τις μετακινήσεις τους. «Όλα τα κάναμε μόνοι μας» λέει χαρακτηριστικά.
Συζητώντας για τα μπλόκα που έχουν στηθεί και για τις μαζικές κινητοποιήσεις των αγροτών η ίδια λέει με σιγουριά πως «κάποια χρήματα θα μας δώσουν σίγουρα, αλλά πώς θα μας τα πάρουν πίσω είναι άλλο ζήτημα. Η πραγματικότητα είναι πως οι αγρότες επιβιώνουν με δανεικά». Ωστόσο, ορισμένοι κτηνοτρόφοι ελπίζουν πως θα ξαναφτιάξουν τα κοπάδια τους.
«Το χρέος δεν θα φύγει ποτέ από πάνω τους. Σκέψου εκείνους που τα ζώα τους θανατώθηκαν από πανώλη. Χρεώθηκαν χωρίς να λάβουν το μέτρο 5.2 για την αντικατάσταση του ζωικού κεφαλαίου. Χρεώθηκαν για να αγοράσουν άλλα ζώα, τους τα έσφαξαν λόγω ευλογιάς, και τώρα δεν μπορούν να ξεχρεώσουν ούτε τα προηγούμενα. Θέλουν να κάνουν ανασύσταση, θα ξαναχρεωθούν. Πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο, και είναι αδύνατον να ξεχρεώσουν. Πόσο καλά μπορεί να πάει αυτό;».
Ακούγοντας το παιδί της να μιλάει από την γραμμή, την ρωτάω εάν θα μπορούσε μελλοντικά να γίνει αγρότης, με την ίδια να απαντά πως ο δικός της γιος της γιος θα είχε αυτή την δυνατότητα, γιατί υπάρχει βάση. «Για κάποιον νέο που θέλει να ξεκινήσει από το μηδέν, δεν νομίζω πως υπάρχει κάποια ελπίδα. Τα έξοδα είναι πάρα πολλά, και δεν γίνεται κάποιος να ξεκινήσει χωρίς κεφάλαιο και χωρίς στήριξη. Και αυτό είναι το πιο θλιβερό κομμάτι, πως όσοι θέλουν να ασχοληθούν με την γη και να συνεχίσουν τον κύκλο του επαγγέλματος, συχνά δεν μπορούν καν να αρχίσουν».