Από τον Άρη Βασιλειάδη,

Μιλώντας με τον Στίβεν Πριόβολο δεν θα τον ακούσεις ποτέ αγχωμένο ή προβληματισμένο. Δεν ξέρω αν αυτό οφείλεται στο χαρακτήρα του ή στη μία ώρα που αφιερώνει κάθε πρωί και κάθε βράδυ στη γιόγκα και στο διαλογισμό. Σίγουρα όμως το μότο της ζωής του «ο καθένας μας φτιάχνει την τύχη του» είναι το ενεργειακό «καύσιμο» που τον απογειώνει.

Ξεκίνησε από την Αθήνα. Έζησε δέκα χρόνια στο Λονδίνο. Το Λος Άντζελες ήταν το επόμενο «φυσιολογικό» βήμα του. Εκεί όπου κάθε όνειρο γίνεται πλάνο. Την ερχόμενη Τετάρτη θα βρεθεί στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος, για να παρουσιάσει, ως παραγωγός και διευθυντής φωτογραφίας, το ντοκιμαντέρ του Life Will Smile. Όπου αποτυπώνεται κινηματογραφικά η ηρωική διάσωση 275 Εβραίων της Ζακύνθου από ελληνικές οικογένειες του νησιού στα σκοτεινά χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Όλα είναι πιθανά

Η προτροπή της οικογένειάς του ήταν καθοριστική: «Βρες μια δουλειά που να ξυπνάς το πρωί και να ανυπομονείς να πας να εργαστείς». Τότε ο μικρός Στίβεν ήταν φανατικός του Μαγκάιβερ. Παρακολουθούσε με πάθος τη διάσημη σειρά με τον πολυμήχανο μυστικό πράκτορα που δεν χρησιμοποιούσε όπλα αλλά ευρεσιτεχνίες και τις επιστημονικές γνώσεις του στη φυσική. Έτσι ο Στίβεν έλεγε σε όλους πως θα γίνει φυσικός. Η μοίρα, όμως, είχε άλλα σχέδια για εκείνον. Πέντε χρόνια αργότερα είδε τη Λίστα του Σίντλερ, σε σκηνοθεσία Steven Spielberg, και έμεινε άφωνος. «Τότε μπήκε μέσα μου το μικρόβιο του κινηματογράφου» μας λέει. «Αυτή η ταινία μού άλλαξε τη ζωή, ειδικά η φράση στο τέλος “όποιος σώζει μια ζωή σώζει όλο τον κόσμο”. Ωστόσο το μικρόβιο του κινηματογράφου άργησε να ενεργοποιηθεί. Ως μαθητής του «18,5» αποφάσισε να σπουδάσει Φυσική στο Λονδίνο. Όταν οι άλλοι συμφοιτητές του, όμως, έλυναν προβλήματα της θεωρίας των χορδών, ο Στίβεν χωνόταν σε όπερες, κινηματογράφους, μουσεία και θέατρα. «Εκεί συνειδητοποίησα ότι η αγάπη μου για τον κινηματογράφο ήταν μεγάλη» παραδέχεται. Ζήτησε τη συμβουλή του Ιδρύματος Λεβέντη στο Παρίσι. «Θα σε βοηθήσουμε να σπουδάσεις κινηματογράφο, μόνο αν τελειώσεις με άριστα τη σχολή σου» του είπαν. Έτσι κι έγινε. Τελείωσε αριστούχος τη Φυσική, ανοίγοντας ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή του στο London Film School με την υποτροφία τους. Όλη μέρα παρακολουθούσε μαθήματα σκηνοθεσίας, σκηνογραφίας, κάμερας, μοντάζ. Τελικά εκείνο που του άρεσε περισσότερο ήταν η ειδικότητα του διευθυντή φωτογραφίας. «Μου άρεσε πάρα πολύ ο χώρος αυτός. Ήταν μια μαγική αίσθηση». Φυσικά δεν περίμενε να τελειώσει τη σχολή. Έστελνε 25-30 γράμματα κάθε μήνα σε διάσημους σκηνοθέτες. Τρεις και τέσσερις φορές. Στον Martin Scorsese, στον Francis Ford Coppola, στον Christopher Nolan. Τις διευθύνσεις και τα e-mails τους τα έβρισκε στο site International Celebritying Listing. «Στο Λονδίνο, αν θέλεις να δουλέψεις, μπορείς να κάνεις τα πάντα» του είχαν πει από το Ίδρυμα Λεβέντης. Αυτή την προτροπή τους δεν την ξέχασε. «Αγαπώ τη δουλειά σας, θέλω να εργαστώ μαζί σας» έγραψε στον Roger Pratt, διευθυντή φωτογραφίας της ταινίας Ο Χάρι Πότερ και το Κύπελλο της Φωτιάς. «Θέλεις να έρθεις αύριο;» του λένε από το γραφείο του. Σχεδόν δεν κοιμήθηκε το βράδυ. Μπορεί να ήταν βοηθός βοηθού, αλλά βρισκόταν στο μεγαλύτερο κινηματογραφικό σετ του πλανήτη.

Στη μαγεία του Χόλιγουντ

Τα επόμενα χρόνια ήταν ακόμα πιο συναρπαστικά. Συνεργασίες με τον Gerard Butler, τον Ryan Reynolds, τον Jared Leto για τις παγκόσμιες καμπάνιες της Hugo Boss και των αρωμάτων της, αλλά και με την Gwyneth Paltrow για τη Max Factor, τη Miranda Kerr, την Olga Kurylenko. Επίσης, μεγάλο ενδιαφέρον είχαν οι καμπάνιες της Red Bull για τη Formula 1 στο Λονδίνο, όπως και τηςAdidas-Y3 για τα ρούχα των πιλότων και των ταξιδιωτών που θα κάνουν το γύρο του κόσμου με το πρόγραμμα Virgin Galactic τουRichard Branson στη βάση του Νέου Μεξικού. «Είναι απίστευτο το πόσο τους αγαπάει ο φακός, αλλά και πόσο δύσκολο είναι να βρίσκεσαι μπροστά από την κάμερα, να είσαι χαμογελαστός, να πληρώνεσαι πάρα πολύ καλά, αλλά να ξέρεις πως, αν δεν κάνεις κάτι όπως πρέπει, καταρρέει μια καμπάνια εκατομμυρίων» τονίζει. «Δεν θα ξεχάσω πόσο τρομερή επαγγελματίας ήταν η Gwyneth Paltrow. Στο διαφημιστικό, κάθε σκηνή της ήταν αφιερωμένη σε μια δεκαετία. Υποδυόταν ένα icon της εποχής. Ε, λοιπόν, έμπαινε κάθε σαράντα λεπτά στο πλατό και νόμιζες ότι είναι άλλος άνθρωπος. Οι κινήσεις της, οι εκφράσεις της ήταν μαγικές. Μας είχε εντυπωσιάσει όλους». Δεν είναι όμως λίγοι και εκείνοι οι σταρ που σ’ ένα χώρο που δεν σηκώνει συναισθηματισμούς δείχνουν και την πιο ανθρώπινη πλευρά τους. Ο Ryan Reynolds είναι πάντα με ένα χαμόγελο. Θα σφίξει το χέρι από τον πελάτη μέχρι το βοηθό και το βοηθό του βοηθού. Ο Gerard Butler χαίρεται τόσο πολύ το γύρισμα, ώστε κάνει συνέχεια χαβαλέ και γενικώς πάντα γελάει. Η Miranda Kerr είναι μια κούκλα. Όπως και να τη φωτίσεις, λάμπει. Και είναι πάντα προσιτή. Με την Olga Kurylenko θυμάμαι ότι ήμασταν στη Μαδρίτη, βγήκαμε μετά το γύρισμα και συμπεριφερόταν σαν να ήταν φίλη μας από το σχολείο. Γέλαγε και έπινε σφηνάκια». Όσο για τη ζωή στο Λος Άντζελες, εκεί μπορεί να συμβούν τα πάντα. «Έχω δει στο δρόμο τον Steven Spielberg με τη γυναίκα του. Τον Kevin Bacon, τον Ashton Kutcher με τη Mila Kunis. Έτυχε να είμαι την Ημέρα των Ευχαριστιών με τη Sharon Stone. Γιόρτασα το Πάσχα στο σπίτι του Τζιμ Γιαννόπουλος. Οι σταρ δεν είναι πάντα απόμακροι. Αν τους γνωρίσεις σε έναν κοινωνικό κύκλο όπου νιώθουν ασφάλεια, στην ουσία είναι απλοί άνθρωποι που θέλουν να περάσουν καλά. Δεν είναι όπως στο πλατό όπου έχουν τον ατζέντη τους, το μάνατζέρ τους, τους βοηθούς τους».

Διαβάστε όλη τη συνέντευξη στο People, που κυκλοφορεί αυτή την Κυριακή, μαζί με το Πρώτο Θέμα.