Από την Έλγκα Νταϊφά,

Τυμβωρύχοι και αρχαιοκάπηλοι διακινούν παράνομα και ξεπουλούν αρχαιότητες. Αξιόπιστοι οίκοι δημοπρασιών κρύβουν αμαρτίες, φημισμένα μουσεία αποκρύπτουν την αλήθεια για τα εκθέματά τους. Σε αυτό τον παγκόσμιο, σκοτεινό λαβύρινθο ένας διεθνής Έλληνας τινάζει στον αέρα μυστικά και ψέματα. Η ζωή του όλη ένα… αρχαιολογικό NCIS!

Ο δρ Χρήστος Τσιρογιάννης είναι ένας… ενοχλητικός τύπος για κάποιους. Ο 44χρονος αρχαιολόγος-ερευνητής ανέκαθεν είχε αδυναμία στα παζλ, μόνο που τώρα δεν αναζητά χαμένα κομμάτια, αλλά κλεμμένους πολιτιστικούς θησαυρούς. Μπαίνει «σφήνα» στα πολυδαίδαλα και παράνομα πλοκάμια των κυκλωμάτων αρχαιοκαπηλίας που δρουν στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Αγωνίζεται να εντοπίσει αρχαιότητες που βρίσκονται σε λάθος χέρια. Με υπομονή, πάθος και γνώση, έχει στόχο να επιστρέψουν στο νόμιμο «σπίτι» τους (ιδιοκτήτη, χώρα ή μουσείο). Έχει εντοπίσει περισσότερες από 1.100 αρχαιότητες και έχει καταφέρει να επαναπατριστούν οι περισσότερες. Ο Χρήστος Τσιρογιάννης, από το Κέιμπριτζ όπου διδάσκει, αποκαλύπτει στο People καρέ καρέ πώς εξαρθρώνει τις σκοτεινές συμμορίες.

Ποιες περιοχές της Ελλάδας «ματώνουν» από τις λαθρανασκαφές;

H Ελλάδα αιμορραγεί, ειδικότερα οι Κυκλάδες έχουν λεηλατηθεί. Δεν θα έχουμε ποτέ την ολότητα του Κυκλαδικού πολιτισμού των πρώιμων χρόνων. Έχουν χαθεί αρχαιότητες και γνώσεις που θα έδιναν στοιχεία για τη θρησκεία των Κυκλαδιτών κατά την 3η και 2η χιλιετία π.Χ. Kάνω έναν παραλληλισμό στους ξένους φοιτητές μου: Αν τυμβωρύχοι είχαν ανακαλύψει τους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας πριν από τον Μανόλη Ανδρόνικο, τότε τα μακεδονικά ευρήματα θα τα «συναντούσαμε» αποσπασματικά σε δημοπρασίες ή σε μουσεία διαφόρων χωρών και έτσι δεν θα είχαμε τις αποδείξεις για την ελληνικότητα της Μακεδονίας.

Πώς οι αρχαιοκάπηλοι πραγματοποιούν την παράνομη διαδρομή μιας αρχαιότητας από τη μια χώρα σε άλλη;

Χρησιμοποιούν ευφάνταστους τρόπους, π.χ., τοποθετούν αρχαιότητες σε φορτηγά ψυγεία που είναι γεμάτα με καφάσια από φρούτα ή κρέατα. Οι Αρχές δεν ελέγχουν πάντα όλο το εμπόρευμα. Σε άλλες περιπτώσεις, βυθίζουν το αρχαίο αντικείμενο σε υγρό πλαστικό, το βάφουν με έντονα χρώματα ώστε να μοιάζει με τουριστικό σουβενίρ. Όταν το αρχαίο φτάσει στον προορισμό του, αφαιρούν το πλαστικό και το χρώμα και αποκαλύπτεται η αληθινή εικόνα του.

Ποια μεθοδολογία ακολουθείτε για να ανακαλύψετε αν μια αρχαιότητα αποτελεί προϊόν λαθρανασκαφής ή λαθρεμπορίου;     

Για να πουλήσουν κάποια αρχαιότητα, οι αρχαιοκάπηλοι πρέπει να την παρουσιάσουν στον επίδοξο αγοραστή, όμως δεν διακινδυνεύουν τη μετακίνησή της πριν από τη συμφωνία. Για να παρουσιάσουν το «εμπόρευμα», δείχνουν στον ενδιαφερόμενο φωτογραφίες. Στα κρησφύγετα των αρχαιοκάπηλων οι Αρχές ανακαλύπτουν και κατάσχουν αρχαιότητες, και σε κάποιες περιπτώσεις και τις φωτογραφίες. Αντίγραφα κατασχεμένου φωτογραφικού υλικού έχω λάβει επισήμως από τις ελληνικές και τις ιταλικές δικαστικές Αρχές, που μετείχαν στις επιχειρήσεις εξάρθρωσης συμμοριών, σε κάποιες μάλιστα υποθέσεις έλαβα μέρος. Η βάση δεδομένων μου φτάνει στις 30.000-40.000 φωτογραφίες σε ηλεκτρονική μορφή και βρίσκονται σε ένα server στην άλλη άκρη του κόσμου. Επιπλέον, φωτογραφίζω τα εκθέματα μουσείων που με ενδιαφέρουν. Στη βιβλιοθήκη μου υπάρχουν κατάλογοι από οίκους δημοπρασιών, γκαλερί και μουσείων.

Πώς βοηθούν τα φωτογραφικά αρχεία στον εντοπισμό και στην ταυτοποίηση κλεμμένων αρχαιοτήτων;

Ξεκινώ τη σύγκριση της φωτογραφίας που έχω με το υπό εξέταση αντικείμενο, του οποίου αμφισβητώ τη νομιμότητα. Εφόσον υπάρξει ταύτιση, στη συνέχεια αναζητώ και ελέγχω το «ιστορικό συλλογής» του αντικειμένου αυτού (πού και πότε βρέθηκε, από ποιον πουλήθηκε). Δύσκολα ανακαλύπτονται τα στοιχεία των αγοραπωλησιών γιατί συχνά, εσκεμμένα, έχουν αφαιρεθεί οι πληροφορίες ώστε να μην αποκαλυφθούν οι παράνομες δοσοληψίες. Όταν ένα αντικείμενο ταυτίζεται με τα κατασχεμένα αρχεία, σχεδόν πάντα είναι αποτέλεσμα λαθρανασκαφής ή κλεμμένο, αφού και το ιστορικό συλλογής που ανασυνθέτω, αποδεικνύει τουλάχιστον μία παράνομη πράξη σε κάθε υπόθεση.

Έχετε δίαυλο επικοινωνίας με τα μουσεία;

Κάποια είναι συνεργάσιμα, άλλα ανταποκρίνονται με το σταγονόμετρο. Υπάρχουν όμως και μουσεία που αρνούνται να στείλουν αντίγραφο του αρχειακού τους υλικού για τα αντικείμενα, ενώ μια ξεχωριστή κατηγορία είναι εκείνα που δεν απαντούν καν στα e-mails μου. Το Φεβρουάριο του 2014 είχα ζητήσει από το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης (ΜΕΤ), πληροφορίες για το ιστορικό που είχαν για τον κρατήρα του Διονύσου. Δεν ανταποκρίθηκαν. Προχώρησα σε δημοσιεύσεις σε αρχαιολογικά έντυπα, αφού είχα ταυτίσει τον κρατήρα ως παράνομο. Καμία αντίδραση. Το Μάιο του 2017 έστειλα την υπόθεση στον εισαγγελέα της Νέας Υόρκης και σε δύο μήνες οι αμερικανικές Αρχές κατάσχεσαν την αρχαιότητα από το μουσείο. Αργότερα το ΜΕΤ παραδέχτηκε ότι είδε τα e-mails μου και ότι δεν επικοινώνησε μαζί μου. Ο αρνητισμός των μουσείων σκοπεύει να εμποδίσει ή να καθυστερήσει την ταύτιση και τον επαναπατρισμό, ώστε να κρατήσουν μια παράνομη αρχαιότητα όσο πιο πολύ μπορουν, και κυρίως να μη βγει η αλήθεια στο φως!

Διαβάστε όλη τη συνέντευξη στο People, που κυκλοφορεί αυτή την Κυριακή, μαζί με το Πρώτο Θέμα.