Λάρισα: Προκαταρκτική εξέταση για τη σύφιλη στο νοσοκομείο


Επείγουσα προκαταρκτική έρευνα διέταξε ο διοικητής της 5ης ΥΠΕ Θεσσαλίας – Στ. Ελλάδος μετά την αποκάλυψη για το περιστατικό με την έκθεση γιατρών και νοσηλευτών στο ενδεχόμενο μόλυνσης από σύφιλη στη μαιευτική και τη νεογνολογική κλινική του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας.

Η συγκεκριμένη ιστορίας απέδειξε ότι όπως είναι δομημένο το σύστημα υγείας, είναι καθαρά θέμα τύχης αν ένα μεταδιδόμενο νόσημα θα εντοπιστεί, αν θα διαγνωστεί εγκαίρως και αν ιατρικό, νοσηλευτικό και παραϊατρικό προσωπικό, καθώς και οι υπόλοιποι ασθενείς θα προστατευτούν.

Πρώτο και κύριο, η κατάργηση των βιβλιαρίων υγείας, θα έπρεπε να αντικατασταθεί από τον ηλεκτρονικό φάκελο ασθενούς. Έγινε; Όχι! Ποτέ!

Κατά συνέπεια, ενώ οι θεράποντες ιατροί βλέποντας στο παρελθόν το βιβλιάριο υγείας θα μπορούσαν άμεσα να πληροφορηθούν για την κατάσταση υγείας του ασθενούς, τώρα δεν μπορούν. Υπό κανονικές συνθήκες ο γιατρός θα έπρεπε να μπει στον ηλεκτρονικό φάκελο του ασθενούς και να μάθε τα πάντα. Μόνο που φάκελος, δεν υπάρχει…

Δεύτερο: Σ’ ένα δομημένο σύστημα υγείας με αποκεντρωμένες κοινωνικές υπηρεσίες, οι ευάλωτες ομάδες πληθυσμού σε μεταδιδόμενες νόσους θα ήταν καταγεγραμμένες. Και άρα γνωστές. Ρομά, εκδιδόμενες γυναίκες, ομάδες κοινωνικού αποκλεισμού θα πρέπει να έχουν ήδη «σκαναριστεί» από τις δομές υγείας, ώστε όταν φτάνουν στη νοσηλεία να μην υπάρχουν εκπλήξεις. Μόνο που οι κοινωνικές δομές αποκαθηλώνονται μέρα με τη μέρα…

Τρίτο και σημαντικότερο είναι το τι πρωτόκολλα ασφαλείας εφαρμόζουν οι μονάδες υγείας. Όταν ένα περιστατικό μπαίνει από τα επείγονται για παράδειγμα, υπάρχει συγκειμένο πρωτόκολλο για να προστατεύει το ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό από τυχόν αδιάγνωστα νοσήματα; Κανονικά και με βάση τις οδηγίες υπάρχει. Το ερώτημα είναι αν εφαρμόζεται. Στην περίπτωση της μαιευτικής και της νεογνολογικής κλινικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι δεν εφαρμόστηκαν.

Σε κάθε περίπτωση, ένα τέτοιο συμβάν ίσως είναι πιθανό να περάσει όλα τα τείχη προστασίας που ορθώνουν οι διαδικασίες και τα πρωτόκολλα ασφαλείας. Αν λοιπόν συμβεί, τι ακολουθεί; Υπό κανονικές συνθήκες οι αρμόδιες υπηρεσίες των μονάδων υγείας οφείλουν άμεσα να ενημερώσουν τους μολυνθέντες για τα επόμενα βήματα διάγνωσης και θεραπείας.

Κάτι τέτοιο πάντως δεν έγινε. Τρεις βδομάδες μετά το περιστατικό και οι γιατροί που εκτέθηκαν σε μόλυνση δεν γνωρίζουν ακόμα αν νοσούν, τι αγωγή πρέπει να ακολουθήσουν και πότε πρέπει να επαεξεταστούν. Όσο για γραπτές οδηγίες; Ούτε λόγος…

 

larissanet

πηγή



ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ!