Ο δικηγόρος Χρήστος Γραμματίδης δεν κατάφερε τελικά να νικήσει τη μάχη του με τον καρκίνο και έφυγε από τη ζωή στα 36 του χρόνια. Μέσω των αναρτήσεών του στα social media, είχε καταφέρει να κερδίσει το ενδιαφέρον πολλών ανθρώπων που βίωναν παρόμοιες δύσκολες καταστάσεις.

Δεν δίσταζε μάλιστα, να μιλά για τον σκληρό αγώνα και τη μάχη που έδινε με το λέμφωμα, επιστρατεύοντας πολλές φορές και το καυστικό του χιούμορ.

Σε προηγούμενη συνέντευξή του στο amagi είχε εκφράσει και τις προσωπικές του σκέψεις όταν έγινε η διάγνωση, λέγοντας:

«Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν ότι δεν με νοιάζει αν θα πεθάνω, αλλά φοβάμαι τον πόνο και την κατάρρευση. Δεν ήθελα να υποφέρω, να γίνω σκελετός και να μην μπορώ να κουνηθώ. Σε σκέψεις περί αδίκου δεν μπήκα ποτέ. Και θα ήταν και γελοίο. Δηλαδή θα ήταν δίκαιο να αρρώσταινε κάποιος άλλος; Υπάρχει δίκαιη αρρώστια; Εφόσον είμαστε θνητοί, παίζουν κι αυτά. Τουλάχιστον εγώ ζω στη Δύση του 21ου αιώνα, όπου έχουμε φάρμακα και θεραπείες. Αυτός που έχει λέμφωμα στο Μπουρούντι, ξέρω γω, τι να πει για αδικία;»

Στη συνέχεια, συμπλήρωσε: «Σήμερα σκέφτομαι ότι με νοιάζει τελικά αν θα πεθάνω. Δεν θέλω, είναι νωρίς. Επιμένω ότι δεν θέλω να γεράσω πολύ, να γίνω ραμολί, αλλά τα 35 δεν μου φτάνουν. Θέλω αλλά τόσα σίγουρα. Δεν φοβάμαι τόσο, εξοικειώνεσαι σιγά-σιγά, αλλά κάποιες στιγμές νιώθω ότι έχω κουραστεί. ’Ντάξει, ανθρώπινο…»

«Χωρίς τη στήριξη που έχω από σύντροφο, οικογένεια, φίλους και γιατρούς, θα είχα πεθάνει ήδη. Δεν έμεινα λεπτό μόνος, δεν με έχουν αφήσει στιγμή. Το δεύτερο που θέλω να πω είναι αλληλένδετο με το πρώτο: έχω δει στο νοσοκομείο πώς περνάνε αυτήν την αρρώστια οι άνθρωποι που είναι μόνοι. Είναι απάνθρωπο, αβάσταχτο. Μην αφήνετε τους ανθρώπους μόνους. Στο μαζί κρύβεται η αξιοπρέπεια…»

Η τελευταία του ανάρτηση αφορούσε στην αγαπημένη του ομάδα, τον Παναθηναϊκό:

Λίγο καιρό πριν, είχε μοιραστεί τις εξελίξεις της ασθένειάς του:

Το πιο αξιοθαύμαστο όμως είναι ότι ποτέ δεν έχανε το κουράγιο και τη διάθεσή του για χίουμορ:

Τέλος, πολύ συγκινητική ήταν και η κίνηση του φίλου του και συγγραφέα Αύγουστου Κορτώ, να τον αποχαιρετήσει με στίχους του Σεφέρη, ποιητή που ο Χρήστος Γραμματίδης αγαπούσε ιδιαίτερα.