Πάνος Σουπιάδης: ”Η Ζωή είναι να περνάς καλά, να έχεις υγεία, ψυχική ηρεμία, χωρίς απωθημένα, Και να σέβεσαι”!!

Απολαύστε μια συγκλονιστική συνέντευξη του με μια δυνατή εξομολόγηση ψυχής !!


Ο Παναγιώτης Σουπιάδης βρίσκεται 35 χρόνια στον χώρο της υποκριτικής και μιλάει στην Άννα Τσιάλτα σε μια σπάνια συνέντευξη για όλα και για όλους! Για το θέατρο την ζωή του, τον έρωτα, τα παιδιά του, αλλά και τις δυσκολίες που πέρασε με την υγεία του.

Απολαύστε μια συγκλονιστική συνέντευξη του με εξομολόγηση ψυχής !!

Σε συναντάμε στη Λάρισα. Μένεις εκεί τα τελευταία χρόνια;

Βρέθηκα εδώ πριν πέντε χρόνια. Με είχε καλέσει μια θεατρική ομάδα, να σκηνοθετήσω ένα έργο. Νόμιζα ότι θα πάει πέντε ή δέκα παραστάσεις, και έφτασε τις 67.  Άρχισα να σκέφτομαι διαφορετικά, και έφτασα να κάνω πέντε έργα. Αυτό σημαίνει ότι για μένα κάτι γίνεται εδώ καλλιτεχνικά.

Έχεις κάνει και ένα θέατρο;

Είναι θεατρική ομάδα. Έχω μια δική μου και η άλλη είναι σε συνεργασία με δύο θέατρα. Παίζω οπωσδήποτε ένα έργο τον χρόνο και κάνει εξήντα παραστάσεις.

Δεν ήταν δύσκολο να φύγεις από Αθήνα και να πας Λάρισα;

Οτιδήποτε κάνεις στη ζωή σου, είναι δύσκολο. Υπάρχει βαθμός δυσκολίας. Αλλά όταν το αγαπάς, δεν σε πειράζει τίποτα. Κοιτάς τη δουλειά σου και δε σ’ ενδιαφέρει τίποτα από το περιβάλλον. Ηθοποιός είναι για μένα ένα κι ας μιλάνε για επιτυχημένους και αποτυχημένους. Είναι αυτοί που δουλεύουν και αυτοί που δεν δουλεύουν, αλλά είναι οι ηθοποιοί. Αν όμως είμαι επαγγελματίας, οφείλω να σέβομαι τον χώρο μου, το περιβάλλον μου και πολλές φορές να το προστατεύω. Προσπαθώ να δείχνω την καλύτερη εικόνα, άσχετα αν υπάρχουν και κάποιοι που δεν το κάνουν. Αυτό γινόταν και τα παλιά χρόνια. Ήταν αυτοί που παίζανε στις βιντεοκασέτες και οι ίδιοι μουρμούριζαν διάφορα. Κι έλεγα «Ρε παιδιά, αν εσείς που πληρώνεστε από αυτό που κάνετε, λέτε τέτοια πράγματα, τι θα λένε οι απέξω;»

Αν δεν σου αρέσει, κάτσε σπίτι σου. Αυτή είναι η δουλειά, αυτό είναι το μπάτζετ. Μ’ ενοχλεί πολύ που βγαίνουν σήμερα ηθοποιοί και λένε πως δεν έπαιξαν στο βίντεο. Εντάξει ρε παιδιά, 2.500 βιντεοκασέτες, πείτε πως τις έκανα εγώ, να τελειώνουμε. Βίντεο κάνανε όλοι. Από τον καλύτερο, μέχρι τον χειρότερο.

Η δεκαετία 1980 με 1990, ήταν η εποχή της βιντεοταινίας και ήταν λογικό να κάνουν όλοι.

Απλά εσένα σ’ ενοχλεί που λένε ότι δεν κάνανε.

Όχι, αλλά γιατί το λένε; Τους ρώτησε κανένας; Και μετά, αν έγινες γνωστός και σε ξέρει ο κόσμος, είναι από αυτές τις ταινίες. Έχουν μπερδέψει το βίντεο με τον κινηματογράφο. Πριν βγει το βίντεο και οι βιντεοκασέτες, υπήρχε ένα γραφείο, το «Χρίσμα» όπου δούλευα κι εγώ, στέλνανε τις ταινίες από τους παραγωγούς, τις κάνανε μετεγγραφή και βγαίναν σε βιντεοκασέτες. Τότε τα video club ήταν 100 με 150.

Όταν άρχισαν να αυξάνονται τα video club, κάνανε ένα γραφείο στο οποίο έπαιξα κι εγώ στην πρώτη του βιντεοταινία τη «Γυναικάρα με τα πράσινα» με την Ελένη Φιλίνη. Όταν αυτή η ταινία πήγε καλά, άρχισαν να γίνονται κι άλλα γραφεία και να βγαίνουν βιντεοταινίες. Δεν είναι κακό να έχεις κάνει βιντεοκασέτα. Το κακό είναι, να μην έχεις κάνει και να νομίζεις ότι είναι εύκολο. Γιατί τότε, είτε καλή, είτε μέτρια, είτε κακή η βιντεοταινία, έπρεπε να πουληθεί στο video club. Αν δεν πουλιόταν εκεί και δεν είχε ενοικιάσεις για να βγάλει και το video club κάποια χρήματα, δεν θα ξανά αγόραζε τον συγκεκριμένο ηθοποιό. Αυτό είχε να κάνει με το αν ήσουν καλός ή κακός.

Σήμερα, οι ηθοποιοί, λένε διάφορα. Αν βρεθείς σε ένα βήμα, με ένα μικρόφωνο μπροστά ή σε μια συνέντευξη, δεν είναι σωστό να μιλάμε για τον χώρο μας. Είναι ιερός, περνάει δυσκολίες και δεν μπορεί να βγαίνει ο καθένας και να λέει ότι του κατεβαίνει. Αυτός έπαιξε σε βιντεοταινίες. Αν δεν σου άρεσαν, άρεσαν σε κάποιους άλλους που είναι και το κοινό του. Σημασία έχει τι εκπέμπει. Τι σεβασμό δείχνεις στον συνάδελφό σου, στο κοινό. Μπορώ εγώ τώρα, εκεί που έτρωγα να πηγαίνω και να φτύνω;

Όχι βέβαια! Βγάλατε λεφτά από τις βιντεοκασέτες;

Έπαιρνα αρκετά χρήματα, κι επειδή δεν μου άρεσε να κάνω κάποιους ρόλους, όπως τις γυναίκες, γιατί το έκανα δυο φορές, μια γυναίκα και μια γιαγιά, αλλά δεν ήθελα να στιγματιστώ από αυτό το είδος ρόλου, ζήτησα τα διπλά χρήματα.

Τα έπαιρνες τελικά;

Τα έπαιρνα και γι’ αυτό κι έπαιξα για τρίτη φορά γυναικείο ρόλο. Από ένα σημείο και μετά, διάλεγα και τα σενάρια και τον σκηνοθέτη. Άρχισα να έχω απαιτήσεις. Ήμουν σε μικρά γραφεία τα οποία μόλις παίρνανε τα λεφτά και κάνανε κομπόδεμα, παίρνανε μεγαλύτερο όνομα από εμένα. Πιστεύοντας ότι θα δουλέψει. Αλλά εγώ πούλαγα εκείνη την εποχή. Το ταλέντο είναι διαρκής, συνεχόμενη δουλειά. Ταλαντούχος ηθοποιός για μένα, είναι αυτός που εργάζεται και δουλεύει τον ρόλο του. Την βιντεοκασέτα την αγαπούσα. Έβγαλα χρήματα κι όταν θέλησα να κάνω κάτι διαφορετικό, κινηματογράφο και ταινίες, σταμάτησα τις βιντεοκασέτες.

Ήταν δηλαδή δική σου απόφαση.

Όταν άρχισαν να μπαίνουν όλοι, ήμουν ο πρώτος που σταμάτησα, στα 27 μου.

Γιατί δεν έκανες τηλεόραση;

Στην αρχή, μου κάνανε προτάσεις. Αλλά τότε, δούλευα πολύ στο θέατρο, έκανα και τις δικές μου βιντεοταινίες. Μετά από πρώτο όνομα, μου λέγανε να πάμε τρεις τρεις, τέσσερις τέσσερεις, πέντε πέντε, τα χρήματα ήταν λίγα, αρνιόμουν συνεχώς, μπήκαν οι καινούργιοι. Αυτοί που μπήκαν στην τηλεόραση, μάθανε στην πλάτη μας. Και τις κάμερες και τα φώτα και τις διευθύνσεις παραγωγής. Μετά βγάλανε μια μόδα, ότι δεν θα παίρνουν στην τηλεόραση ηθοποιούς της δεκαετίας 80. Τιμή μου που στα 27 μου με βάλανε μαζί με τους παλιούς ηθοποιούς. Δούλευα στο θέατρο και κατά καιρούς με καλούσαν. Κάποιοι φίλοι μου που γίνανε δυνατοί στην τηλεόραση, θα μπορούσαν να με καλέσουν, αλλά δεν το έκαναν. Όμως, με τα χρόνια, κατάλαβα ότι η τηλεόραση είναι μια αλεθομηχανή που αλέθει εικόνες.

Γίνανε 850 σήριαλ, αλλά κανένας δεν θυμάται περισσότερα από 15. Εμένα το κοινό μου, αν τους ρωτήσεις, θα σου πούνε 20 ταινίες μου.

Το βλέπω τελευταία στο facebook που έγινες πιο ενεργός, έχεις κοινό που σε αγαπάει.

Το facebook το έκανα τρία χρόνια πριν. Το πρώτο μου προφίλ γέμισε και το διέγραψαν σε τέσσερις μέρες. Έκανα άλλο κι έγραψα πως αν διαγράφουν το προφίλ μου, θα κάνω άλλο ένα. Κατέληξα να έχω τρία. Και δυο σελίδες. Με αγαπάνε και πλήρωναν για να με δουν. Ακόμα και μέσω ίντερνετ να κατεβάσουν ταινία μου, πληρώνουν συνδρομή. Στην τηλεόραση δεν πληρώνεις τίποτα. Αυτός, μοιραία, θα ξεχαστεί. Έπαιξα στην τηλεόραση στα 14 μου. Μέχρι τα 16 μου, με ήξερε όλος ο κόσμος. Μετά τα 16, δεν με ήξερε άνθρωπος. Τώρα έχω αποκτήσει νέο κοινό. Οι θαυμαστές μου είναι 25 ή 30. Τα παιδιά εκείνων που με πρωτοέβλεπαν. Δεν έβριζα, δεν υποτιμούσα, προσπαθούσα να είμαι καλός και συνεπής.

Πώς αισθάνεσαι που βλέπεις να μεγαλώνουν γενιές και να σ’ αγαπάνε τα παιδιά αυτών που εσύ μεγάλωσες;

Αυτή είναι η ανταμοιβή μου. Μερικά πράγματα είναι χωρίς λεφτά. Τώρα πια δεν παίζω, αλλά βλέπεις τι απήχηση υπάρχει. Κάποια στιγμή είχα αρρωστήσει και βρέθηκα με έναν μεγάλο τραγουδιστή. Κάναμε κάποιες θεραπείες μαζί. Τον ρώτησα πώς ξέφυγε από την εποχή που υπήρχε η δικτατορία και οι δυσκολίες. Μου είπε πως μετά ήταν χειρότερα, γιατί το σύστημα δεν έπαιζε τα τραγούδια.

Ξεχώρισε σιγά σιγά, γιατί μέσα από τα μπαράκια και τα κλαμπάκια, τραγουδιόταν τα τραγούδια του. Δεν θέλω να πω το όνομά του. «Πότε Βούδας, πότε Κούδας» ήταν η μεγάλη του επιτυχία. Έφυγε από τη ζωή. Έχω μια φωτογραφία στο facebook με μένα τον Δεμίρη και τον Ψάλτη. Δεν θα πω πού το είχα εγώ, αλλά το είχαμε σε τρία διαφορετικά σημεία. Μετά από αυτό ζω δέκα χρόνια και είμαι καλά. Καμιά φορά σταματάς γιατί πρέπει να σταματήσεις και άλλες φορές δεν θες να σταματήσεις, αλλά κάτι σε σταματάει. Θα μπορούσα να συνεχίσω.

Αποφάσισες όμως να κοιτάξεις την υγεία σου.

Ο άνθρωπος καταπονείται. Έχω εντοπίσει ένα δυο πράγματα για το τι συμβαίνει στους ηθοποιούς και φεύγουν. Είναι το άγχος και ο συνεχής αγώνας να κατακτήσεις το σανίδι, αλλά και να παραμείνεις. Και τα φώτα κάνουν κακό. Οι προβολείς έχουν μεγάλη ακτινοβολία κι αυτό πολλοί δεν το ξέρουν. Πέρασα δύσκολα παιδικά χρόνια. Μετά είδα τα χρήματα, την δόξα και τελικά συνειδητοποίησα τι είναι η ζωή. Να περνάς καλά, να έχεις υγεία, ψυχική ηρεμία, να μην έχεις απωθημένα, να σέβεσαι τους πάντες και τα πάντα. Κάποια στιγμή είπαν για μένα σε μια θεατρική ομάδα «Α ήρθε στη Λάρισα ο κομπάρσος» κι έφτασε στ’ αυτιά μου. Απάντησα «Δεν ξέρω από ποια σπηλιά έχει βγει αυτός που το είπε, αλλά είναι τιμή μου να με λέει κομπάρσο, γιατί όλες οι μεγάλες ταινίες, γίνανε με χιλιάδες κομπάρσους».

Η διαφορά είναι πως κάποιοι από αυτούς δηλώνουν πως είναι ηθοποιοί και νομίζουν πως έφτασαν. Κανείς δεν φτάνει παρά μόνο όταν το κοινό σε χειροκροτεί συνεχόμενα. Αν παίξω με έναν ηθοποιό της τηλεόρασης και είμαστε δυο ώρες στη σκηνή, θα τον καταπιώ. Το ξέρουν και γι’ αυτό δεν με παίρνουν. Όσο πιο καλός ηθοποιός είσαι, τόσο πιο άνεργος θα μείνεις. Αυτή είναι η τιμωρία του ταλαντούχου.

Τι άλλο κάνεις στη Λάρισα; Πώς περνάς τον χρόνο σου;

Με το ποδήλατό μου, γυμναστική με τους φίλους, παρέες, βόλτες, ελευθερία. Δεν έχω περιορισμούς. Είμαι χωρισμένος με δυο παιδιά, έχω έναν πετυχημένο γάμο κι ένα πετυχημένο διαζύγιο.

Δεν ήξερα αν ήθελες να μιλήσεις για προσωπική ζωή και δεν ρώτησα.

Μιλάω για τα πάντα. Με δυο λόγια. Δεν χρειάζεται να φας δυο κιλά σοκολάτα για να καταλάβεις τη γλύκα. Δεν ντρέπομαι. Δύσκολα περνάνε όλα τα σπίτια. Όλοι έχουν κάποιον άρρωστο μέσα στο σπίτι. Περνάμε δύσκολα, αλλά το θέμα είναι να μη το βγάζουμε αυτό προς τα έξω ως μόδα.

Να το βγάζουμε με μια θετική αύρα, ώστε να βοηθήσουμε.

Να έχουμε θετική ενέργεια και να λέμε ότι ο Θεός είναι μεγάλος. Να πιστεύουμε στο Θεό από πριν και όχι μόνο όταν τον χρειαζόμαστε. Κι αν εσύ δεν προστατεύεις, δεν αγαπάς και δεν προσέχεις τον εαυτό σου, γιατί να το κάνει ο Θεός; Ο Θεός εγκαταλείπει αυτόν που εγκαταλείπει τον εαυτό του.

Ο καθένας αντιδρά διαφορετικά. Υπάρχει τρόπος να τον αποφύγεις. Όλοι  ξεκινάμε από το μηδέν. Όλοι βοηθήσαμε και όλους μας βοήθησαν. Αυτό είναι δεδομένο. Κανένας δεν βγαίνει αλεξιπτωτιστής και πέφτει παρουσιαστής σε ένα τηλεοπτικό κανάλι.  Δεν μπορείς μετά από δεκαπέντε να λες «Εγώ δεν πάω εδώ ή εκεί» Δεν βρήκες την εκπομπή στα φουντούνια.

Έχεις απίστευτο χιούμορ και είναι κάτι που σε διακατέχει.

Κάποιες φορές το χιούμορ μπορεί να παρεξηγηθεί. Λέω ας πούμε «Είμαι μεγάλο ψώνιο, αλλά φταίει η μαμά μου που πάντα με έβαζε στο καρότσι του σούπερ μάρκετ». Καμιά φορά χρειάζεται και ο αυτοσαρκασμός. Κάνεις σάτιρα για να διασκεδάσει ο κόσμος. Όταν όμως προσβάλλεις τον άλλον, δεν είναι σάτιρα, αλλά προσωπική επίθεση. Κι αυτό το κάνουν πολλοί αξιόλογοι και δεν χρειάζεται, δεν το έχουν ανάγκη. Γιατί να πεις «Η σκάλα έχει περισσότερο ταλέντο από την τάδε ηθοποιό»; Εντάξει ρε μεγάλε, δεν σε πήραμε για τις σκαλωσιές, αλλά για να παρουσιάσεις κάτι. Όλοι οι άλλοι είναι  ατάλαντοι, κι εσύ είσαι ο ταλαντούχος; Αν είσαι ταλαντούχος, θα το πει το κοινό σου. Αυτό δεν έχουν καταλάβει. Κάνουν το παραπάνω, χωρίς λόγο. Εσύ είσαι, ναι, αλλά δεν θα είσαι για πάντα.

Με τι θες να κλείσουμε την συνέντευξη ή θες να ευχηθείς κάτι για τον κόσμο που θα μας δει και θα μας διαβάσει;

Οι ηθοποιοί και το θέατρο, είναι η μεγαλύτερη οικογένεια.

Όταν χρειαστεί να παίξουμε σε ένα θέατρο, θα δώσει ο καθένας τον καλύτερο εαυτό του για να παρουσιαστεί μια παράσταση που θα χαρεί ο κόσμος. Περνάμε δύσκολα, αλλά θα περάσει κι αυτό. Εκείνο που ξέρω είναι πως πέντε ηθοποιούς που ξέρουμε σήμερα, τους ξέρουμε από τις ταινίες. Αν λοιπόν έτσι καταστρέφονται οι ηθοποιοί, να πάμε να καταστραφούμε όλοι.

 

Ευχαριστώ πολύ.

Εγώ σ’ ευχαριστώ και να πω ότι δίνω συνέντευξη μετά από τριάντα χρόνια.

Οι φωτογραφίες είναι από το προσωπικό του αρχείο 



ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ!